«Ζητήσαμε βοήθεια, αλλά φωνάζαν μόνο: Γυρίστε πίσω, γυρίστε πίσω!»

Έκθεση Alarm Phone: Ένας χρόνος επαναπροωθήσεων και συστηματικής βίας στο Αιγαίο.

24 Φεβρουαρίου 2020 – 5 Μαρτίου 2021: Με την έκθεση αυτή το Alarm Phone στοχεύει να μοιραστεί την καταγραφή επανειλημμένων επιθέσεων κατά των μεταναστών και παράνομων επαναπροωθήσεων στο Αιγαίο και στα χερσαία σύνορα του Έβρου/Meriç. Από τις 125 κλήσεις που λάβαμε κατά το διάστημα αυτό, οι 79 αφορούσαν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και χρήση βίας, κυρίως από τις ελληνικές αρχές. Καταγράψαμε επίσης μη παροχή βοήθειας από τις τουρκικές αρχές, καθώς και την παρουσία σκαφών του Frontex και περιστασιακά του ΝΑΤΟ. Παρουσιάζουμε λεπτομερώς τη συστηματική καταπάτηση των δικαιωμάτων μέσω από συγκεκριμένες περιπτώσεις κινδύνου για τις οποίες το Alarm Phone ενημερώθηκε κι αναλύουμε τις τακτικές επαναπροώθησης των κρατικών φορέων που εμπλέκονται. Τα περιστατικά αυτά δεν είναι μεμονωμένα, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η χρήση βίας είναι συστηματική.

Κάποιες από τις επαναπροωθήσεις πραγματοποιηθήκαν στα χερσαία σύνορα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, αλλά οι περισσότερες έλαβαν χώρα στο Αιγαίο. Σε πολλές από τις θαλάσσιες περιπτώσεις, εμπλέκονταν πλοία της Ελληνικής Ακτοφυλακής, ενώ κουκουλοφόροι άντρες προερχόμενοι από τα ελληνικά νησιά επιτίθονταν στους ταξιδιώτες. Βίντεο που λάβαμε από θύματα τέτοιας επίθεσης αναλύθηκε το 2019 κατά τη διάρκεια μιας έρευνας του μέσου ενημέρωσης Bellingcat όπου διαπιστώθηκε ότι «από το συγκεκριμένο σκάφος που κυβερνούταν από κουκουλοφόρους φαίνεται ότι η ελληνική ακτοφυλακή εμπλέκονταν στο περιστατικό».

Οι ταξιδιώτες έκαναν λόγο για επικύνδυνους ελιγμούς γύρω από τα σκάφη τους που αποσκοπούσαν στη δημιουργία κυμάτων, απειλές με όπλο, κλοπή βενζίνης, καταστροφή κινητήρων και επίσης, ρυμούλκηση σκαφών πίσω στα τουρκικά ύδατα όπου κι εγκαταλείπονταν. Ανέφεραν επίσης ότι τα πλοία της Ελληνικής Ακτοφυλακής εμβόλιζαν τα σκάφη τους, οι Έλληνες Ακτοφύλακες πυροβολούσαν με αληθινά πυρομαχικά στο νερό γύρω τους ή στον αέρα, και σωματική βία. Συλλέξαμε στοιχεία για ανθρώπους που κατέληξαν σε σωσίβιες λέμβους στα τουρκικά ύδατα αφού είχαν διασωθεί από την Ελληνική Ακτοφυλακή, ακόμη κι αφού είχαν φτάσει σε κάποιο νησί του Αιγαίου και είχαν ζητήσει άσυλο. Μία από τις πιο οδυνηρές εξελίξεις του περασμένου έτους αποτελεί η εκτεταμένη χρήση σωσίβιων λέμβων για την εγκατάλειψη ανθρώπων στη θάλασσα, οι οποίοι είχαν ήδη φτάσει σε ελληνικό έδαφος.

Υπάρχουν δύο ακόμα περιπτώσεις στις οποίες θέλουμε να σταθούμε. Η μία είναι η υπόθεσης της Κρήτης κι αφορά επαναπροώθηση σε μεγάλη απόσταση, την οποία εξετάζουμε στο κεφάλαιο 2 αυτής της έκθεσης. Η δεύτερη είναι η δραματική υπόθεση της Ρόδου στο κεφάλαιο 1. Οι άνθρωποι που έφτασαν στο νησί κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας επαναπροωθήθηκαν πίσω στην Τουρκία, ενώ παρακαλούσαν τις ελληνικές αρχές να ξεκινήσουν μια επιχείρηση έρευνας και διάσωσης για έξι άτομα που είχαν πέσει στη θάλασσα νωρίτερα κι αγνοούνταν. Η επιχείρηση δεν ξεκίνησε ποτέ.

Η Τουρκική Ακτοφυλακή αρνήθηκε επίσης να σώσει αμέσως σκάφη που βρίσκονταν σε κίνδυνο. Αντ’ αυτού, απλώς παρέμεναν στην περιοχή για πολλές ώρες, παρακολουθώντας και καταγράφοντας τις ενέργειες των ελληνικών αρχών. Παρόμοια, έχουμε ακούσει πολλές ιστορίες από μετανάστες που δεν τους επέτρεπαν να επιστρέψουν στην Τουρκία από τα χερσαία σύνορα Έβρου/ Meriç μετά την εγκατάλειψή τους από Έλληνες συνοριοφύλακες σε ένα από τα νησάκια του ποταμού. Ανέφεραν ότι ο τουρκικός στρατός τους τρομοκρατούσε, προσπαθώντας να τους αναγκάσει να επιστρέψουν στην ελληνική πλευρά των συνόρων από όπου οι Έλληνες συνοριοφύλακες τους είχαν επαναπροωθήσει.

Όσον αφορά τον ρόλο της υπερεθνικής υπηρεσίας για τους πρόσφυγες, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, κατά το παρελθόν έτος τους ενημερώναμε ανελλιπώς για τις τρέχουσες υποθέσεις που αφορούσαν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αιγαίο Πέλαγος και στα σύνορα του ποταμού Έβρου/Meriç. Έως τώρα, δεν έχουν καταφέρει να προβούν σε πρακτικές ενέργειες για να διασφαλίσουν τα δικαιώματα των προσφύγων σε αυτές τις καταστάσεις, αν και σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, η Ύπατη Αρμοστεία πρόσφατα παρέδωσε αποδεικτικά στοιχεία για περισσότερες από εκατοντάδες περιπτώσεις πιθανών επαναπροωθήσεων στις ελληνικές αρχές απαιτώντας να ερευνηθούν.

Αν και οι αριθμοί χρησιμεύουν για να δώσουν αίσθηση προοπτικής, δεν μπορούν ποτέ να αντικαταστήσουν τους ανθρώπους, τις ιστορίες τους και τις εμπειρίες τους! Ακούσαμε τους επιζώντες και καταγράψαμε τις μαρτυρίες τους, τις οποίες συμπεριλαμβάνουμε στην εξέταση των κατωτέρω αξιοσημείωτων περιπτώσεων. Αυτές οι λίγες μαρτυρίες είναι μια σταγόνα στον ωκεανό των ιστοριών των ανθρώπων που υπέφεραν στα σύνορα της Ευρώπης. Τις μοιραζόμαστε με τον κόσμο, ώστε κανείς να μην μπορεί κάποια μέρα να πει «δεν ξέραμε».

Δημοσιεύουμε αυτήν την έκθεση στη μνήμη των Yaseen Salih Ahmed Al-Obaidi και Muhammad Taha Abdullah Suleiman που έχασαν τη ζωή τους στις 13 Ιανουαρίου 2021 στα ευρωπαϊκά σύνορα. Τέσσερις άνθρωποι ακόμα εξαφανίστηκαν εκείνη την ημέρα κοντά στη Ρόδο. Δεν θα τους ξεχάσουμε ποτέ, ούτε και την αδικία που έγινε στους επιζώντες και στις οικογένειες των αγνοουμένων.

1. Επαναπροώθηση επιζώντων και μη διάσωση 6 αγνοούμενων: Η υπόθεση της Ρόδου

Στις 15 Ιανουαρίου 2021, συγγενείς που έψαχναν απεγνωσμένα 6 αγνοούμενους μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας κάλεσαν το Alarm Phone. Δύο μέρες νωρίτερα, στις 13 Ιανουαρίου 2021, έξι άνθρωποι ξεκίνησαν το ταξίδι τους προς την Ευρώπη από το Μπόντρουμ, σε ένα φουσκωτό σκάφος που μετέφερε 12 ανθρώπους από τη Συρία, το Ιράκ και την Παλαιστίνη. Οι επιζώντες ανέφεραν αργότερα ότι έξι άνθρωποι είχαν χαθεί στην άγρια θάλασσα, καθώς τους παρέσυραν τα κύματα. Οι επιζώντες έφτασαν στη Ρόδο. Ήταν απελπισμένοι. Όταν τους βρήκαν οι τοπικές αρχές, δεν ξεκίνησε καμία επιχείρηση διάσωσης για τους έξι αγνοούμενους. Αντ’ αυτού, οι επιζώντες οδηγήθηκαν σε σωσίβιες λέμβους και επαναπροωθήθηκαν στα τούρκικα ύδατα.

Ένας επιζών αναφέρει:

Στις 11 μ.μ. ξεκινήσαμε από το Μπόντρουμ σε ένα φουσκωτό σκάφος. Έως τη 1:30 π.μ. όλα ήταν εντάξει, ο καιρός άρχισε να αλλάζει. Στις 2:15 π.μ. άρχισε να βρέχει. Άρχισε να φυσάει περισσότερο, μπορούσαμε ήδη να δούμε το νησί, αλλά η καταιγίδα γινόταν όλο και πιο δυνατή.

Η πλώρη του σκάφους βυθίστηκε κάτω από το νερό και ο παππούς μου έχασε την ισορροπία του και έπεσε στη θάλασσα. Το δεύτερο άτομο που έπεσε στη θάλασσα ήταν ο Σ. (από τον Ιράκ) και μετά ο Μ. (από την Παλαιστίνη). Το σκάφος είχε γεμίσει νερό. Προσπαθήσαμε να το αδειάσουμε. Μόλις λίγα λεπτά μετά ήρθε το επόμενο τεράστιο κύμα. Ο A. που καθόταν στο πίσω μέρος του σκάφους ήταν ο επόμενος που έπεσε στη θάλασσα. Ο Ι. προσπάθησε να φωτίσει με το κινητό του για να τον ψάξει στα κύματα. Τότε ο Υ. έπεσε στη θάλασσα. Τελικά, ο Ι έπεσε στη θάλασσα. Φώναζε, ενώ το κινητό του φώτιζε ακόμη.

Τότε σταμάτησε ο κινητήρας. Το σκάφος ήταν γεμάτο νερό. Ο οδηγός άδειασε το νερό από το σκάφος και μετά από αρκετές προσπάθειες κατάφερε να ξεκινήσει ξανά τον κινητήρα. Κάναμε κύκλους ψάχνοντας τους αγνοούμενους, αλλά δεν τους βρήκαμε. Καταφέραμε να φτάσουμε στο νησί περίπου στις 3 π.μ. Τα κύματα ήταν αντίθετα και οδηγούσαμε πολύ αργά. Κανείς από εμάς δεν φορούσε σωσίβιο.

Βρήκαμε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι. Μπήκαμε μέσα. Στις 9 π.μ. ήρθε η αστυνομία. Είχαμε μείνει 6 άτομα, συμπεριλαμβανομένου του οδηγού, ο οποίος μας άφησε εκεί και εξαφανίστηκε. Μείναμε πέντε από εμάς. Δύο γυναίκες και τρεις άνδρες. Ένας από εμάς είχε χάσει τον παππού του στα κύματα κι ένας τον γιο του. Το αυτοκίνητο ήταν λαδί. Ένας μεγαλόσωμος άντρας μου φώναξε να έρθω, μιλούσε αγγλικά. Με ακολούθησε μέσα στο σπίτι. Είπε ότι έπρεπε να περιμένουμε εκεί κι έφυγε.

Περιμέναμε για 20 λεπτά. Ένας άλλος άντρας ήταν στο αυτοκίνητο, τέλη 40, τα μαλλιά του ήδη γκρίζα. Έπρεπε να πάμε να πάρουμε λίγο φαγητό. Εκτός από το σπίτι υπήρχε κι ένα κατάστημα επισκευής σκαφών.

Είπαμε στους άντρες τι μας συνέβη, κλαίγαμε και τους παρακαλούσαμε να μας βοηθήσουν να ψάξουμε για τους αγνοούμενους. Μας είπαν ότι έπρεπε να παραμείνουμε ήρεμοι. Μετά μας πήγαν στο λιμάνι. Μας ανάγκασαν να πάμε πίσω στη θάλασσα. Μας έσπρωξαν μέσα σε μια βάρκα που έμοιαζε με σκηνή και μας άφησαν ακυβέρνητους στην ανοιχτή θάλασσα. Φοβόμασταν τόσο πολύ τη θάλασσα. Μείναμε εκεί μέχρι που ήρθε η Τουρκική Ακτοφυλακή, περίπου μία ώρα μετά, και μας πήρε.

Όταν μιλούσαμε με τους επιζώντες καταλάβαμε ότι ήταν κοντά στην Αλιμιά, ένα μικρό νησί μπροστά από τη Ρόδο, όταν ο κινητήρας τους σταμάτησε και τα έξι άτομα έπεσαν στη θάλασσα. Το μέρος που έφτασαν και όπου βρήκαν το εγκαταλελειμμένο σπίτι ήταν το ψαροχώρι Σκάλα Καμείρου στη Ρόδο.

Ένας από αυτούς μιλούσε αγγλικά και ήταν εκείνος που μίλησε με τα άτομα που έφτασαν στο λαδί αυτοκίνητο. Τους παρακάλεσε να ψάξουν για τους αγνοούμενους, αλλά του φώναξαν και τον έκαναν να σιωπήσει. Τους πήραν τα κινητά τους. Τους μετέφεραν στο λιμάνι με 2 αυτοκίνητα (οι 2 γυναίκες σε ένα αυτοκίνητο, οι 3 άντρες σε ένα φορτηγό). Όταν έφτασαν στο λιμάνι ενημέρωσαν και πάλι την Ελληνική Ακτοφυλακή ότι είχαν χάσει έξι άτομα στη θάλασσα και ζήτησαν να τα αναζητήσουν. Αντ’ αυτού αναγκάστηκαν να μπουν σε μια βάρκα και στη συνέχεια σε μια σωσίβια λέμβο και εγκαταλείφθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα.

Οι συγγενείς που κάλεσαν το Alarm Phone στις 15 Ιανουαρίου κάλεσαν τόσο την Ελληνική όσο και την Τουρκική Ακτοφυλακή για να καταλάβουν εάν είχε ήδη ξεκινήσει μια επιχείρηση διάσωσης. Η Ελληνική Ακτοφυλακή δήλωσε ότι δεν υπήρχε κάποια τρέχουσα υπόθεση και ότι δεν γνώριζαν την ύπαρξη αγνοούμενων - παρόλο που προφανώς είχαν συναντηθεί με τους επιζώντες. Η Τουρκική Ακτοφυλακή μοιράστηκε μαζί μας μια απάντηση που έλαβαν από την Ελληνική Ακτοφυλακή, η οποία έλεγε:

Το περιστατικό που αναφέρεται στο μήνυμά σας ταιριάζει με τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν μετά από συνέντευξη με 5 παράτυπους μετανάστες (4 από τη Συρία, 1 από την Παλαιστίνη), οι οποίοι επαναπροωθήθηκαν από την Ελληνική Ακτοφυλακή με σωσίβια λέμβο και διασώθηκαν από την Τουρκική Ακτοφυλακή στις 14 Ιανουαρίου 2021.

Η Τουρκική Ακτοφυλακή προέβη σε έρευνα στα σύνορα των χωρικών μας υδάτων για 6 παράτυπους μετανάστες που αναφέρθηκε ότι αγνοούνταν, δεν διαπιστώθηκε κάτι και οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν προωθήθηκαν στις ελληνικές αρχές. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές έλαβαν «δεν γνωρίζουμε για 6 αγνοούμενους και δεν έχουμε κάποια τρέχουσα επιχείρηση αναζήτησης και διάσωσης. Οι μόνες πληροφορίες που έχουμε είναι για 5 άτομα περίπου που είχαμε εντοπίσει στη δική σας ζώνη έρευνας και διάσωσης ανατολικά της Σύμης και τους διασώσατε με επιτυχία.» ως απάντηση στο περιστατικό.

Το Alarm Phone έμεινε σε επαφή με τους συγγενείς των αγνοουμένων. Επίσης, ήρθαμε σε επαφή με ντόπιους ψαράδες, οι οποίοι άρχισαν να ψάχνουν τις παραλίες, ο καιρός ήταν ακόμα πολύ κακός για να βγει κανείς στη θάλασσα. Η Refugee support Aegean (RSA) αναμείχθηκε σε νομικό επίπεδο και άρχισε να ασκεί πίεση στην Ελλάδα να προβεί στην αναζήτηση των αγνοουμένων. Στο μεταξύ βρέθηκαν 2 άνθρωποι, ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις αγνοούνται έως σήμερα.

Ο Yaseen Salih Ahmed Al-Obaidi, από το Ιράκ, γεννημένος το 1983, βρέθηκε πνιγμένος σε μια παραλία της Ρόδου. Θάφτηκε στη Ρόδο.

Ο Muhammad Taha Abdullah Suleiman, Παλαιστίνιος Σύριος, βρέθηκε πνιγμένος λίγες μέρες αργότερα, στις 24 Ιανουαρίου στον κόλπο του Bakbakkar στο Mesudiye Mahallelesi Hayitbükü.

2. Επαναπροώθηση 197 ανθρώπων σε ιστιοφόρο: Η υπόθεση της Κρήτης

20 Οκτωβρίου 2020: Το Alarm Phone ειδοποιείται από ένα πλοίο που βρισκόταν σε κατάσταση κινδύνου κοντά στο ελληνικό νησί της Κρήτη. Δεν ήταν μια συνηθισμένη κλήση, καθώς οι άνθρωποι ανέφεραν ότι ήταν σε ένα μεγάλο σκάφος που μετέφερε τουλάχιστον 180 επιβάτες που είχαν δραπετεύσει από την Τουρκία. Ο ακριβής αριθμός αργότερα αποδείχθηκε να είναι 197. Το σκάφος ήταν ένα ιστιοφόρο μήκους 22 μέτρων. Οι επιδεινούμενες καιρικές συνθήκες στην περιοχή ήταν απειλητικές και δεν τους επέτρεπαν να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Στις 13:12 CET [ώρα Κεντρικής Ευρώπης], ειδοποιήσαμε την Ελληνική Ακτοφυλακή στον Πειραιά. Μας είπαν ότι ήταν ήδη ενήμεροι για το σκάφος, το οποίο απείχε 12 ναυτικά μίλια από την ακτή της Κρήτης. Λίγο αργότερα, οι άνθρωποι στο σκάφος αποφάσισαν να αλλάξουν πορεία και να κατευθυνθούν προς το νησί. Στο Alarm Phone ανέφεραν ότι η Ελληνική Ακτοφυλακή τους κάλεσε και τους συμβούλεψε να σταματήσουν το σκάφος τους, καθώς ήταν πολύ επικίνδυνο να προσαράξουν μόνοι τους. Στην ίδια κλήση, η Ελληνική Ακτοφυλακή ανακοίνωσε ότι θα ερχόταν να τους σώσει.

Στις 15:17 CET, οι επιβάτες μας κάλεσαν ξανά και μας ανέφεραν ότι είχαν φτάσει δύο μεγάλα πλοία και τους είπαν να ακολουθήσουν τις οδηγίες τους. Το άτομο στο τηλέφωνο είπε ότι η κατάσταση ήταν κρίσιμη και ότι τους είπαν ότι πρέπει να περιμένουν εκεί που βρίσκονται μέχρι να τους παραλάβει η Ελληνική Ακτοφυλακή στις 21:00 CET. Όταν οι άνθρωποι προσπάθησαν να προσαράξουν στην Κρήτη, δύο σκάφη της Ελληνικής Ακτοφυλακής τους παρεμπόδισαν κι έκαναν κύκλους γύρω από το σκάφος, δημιουργώντας κύματα.

Στις 20:03 CET, λάβαμε ένα βίντεο όπου ακουγόταν καθαρά ότι κάποιος μιλούσε ελληνικά, λίγο πριν να επιβιβαστεί ένας μασκοφόρος άντρας στη βάρκα και να φωνάζει στους ανθρώπους στα αγγλικά να σταθούν πίσω. Αυτό το βίντεο είναι η τελευταία επαφή που είχαμε με τους ανθρώπους. Κανένας από τους αριθμούς που επικοινωνούσαμε πριν δεν λειτούργησε ξανά. Από αυτό το σημείο και μετά περάσανε σχεδόν 48 ώρες πριν να λάβουμε νέα.

Επιτέλους, στις 22 Οκτωβρίου, συγγενείς μας ενημερώνουν ότι οι άνθρωποι είχαν επαναπροωθηθεί στην Τουρκία: 197 άτομα μεταφέρθηκαν βίαια περίπου 200 ναυτικά μίλια εντός των τουρκικών υδάτων όπου αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν σε σωσίβιες λέμβους. Σύμφωνα με πληροφορίες που λάβαμε μέσω συγγενών και των ίδιων των ανθρώπων, κι όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η Τουρκική Ακτοφυλακή τους περισύλλεξε σε δύο διαφορετικά σημεία στα ανοικτά των ακτών της Muğla: μια ομάδα στην περιοχή Marmaris, μια άλλη ομάδα κοντά στη Datça.

Η ακόλουθη μαρτυρία αφηγείται την ιστορία από τη σκοπιά ενός από τους επιβάτες, ενός πρόσφυγα από τη Συρία.

Περίμεναν μέχρι τις 9 μ.μ.. Ήταν ήδη πολύ σκοτεινά όταν μπήκαν στο σκάφος μας. Ένα ελληνικό πλοίο κατέφτανε. Αρχικά σκεφτήκαμε για να μας βοηθήσει. Ήταν ένα μεγάλο γκρίζο πλοίο και έμοιαζε να είναι φτιαγμένο για πόλεμο. Πρώτα εισέβαλαν στο σκάφος με άντρες που φορούσαν μαύρες μάσκες. Μπήκαν με πολύ βίαιο τρόπο και άρχισαν να χτυπούν όλους γύρω τους. Έσπασαν τα χέρια και τα δάχτυλα κάποιων ανθρώπων. Πήραν τηλέφωνα και άλλα αντικείμενα, ακόμη και τα ρούχα ή παντελόνια κάποιων ανθρώπων. Όταν βρήκαν τον καπετάνιο του σκάφους, τον χτύπησαν με πολύ βία. Όλοι φοβηθήκαμε ότι θα πεθάνει. Ήταν τραυματισμένος σοβαρά και το ένα του χέρι είχε σπάσει 5 φορές. Επίσης, το άλλο χέρι ήταν σπασμένο και είχε πάθει διάσειση. Πιθανώς τα όργανα να είχαν υποστεί βλάβη επίσης, καθώς τον χτύπησαν δυνατά στο στομάχι. Τον χτύπησαν κυριολεκτικά παντού. Επαναπροωθήθηκε μαζί με μας - πίσω στην Τουρκία.

Μετέφεραν όλους τους ανθρώπους σε δύο διαφορετικά πλοία. Νομίζω ότι και τα δύο σκάφη ανήκουν στην Ελληνική Ακτοφυλακή ή στον Στρατό. Στο σημείο αυτό, είχε φύγει η πρώτη ομάδα των μασκοφόρων που είχαν μπει στο σκάφος μας. Ωστόσο, και οι επόμενες ομάδες αξιωματικών φορούσαν μάσκες. Ήμουν τυχερός γιατί με έβαλαν στο καράβι με τις οικογένειες, που ήταν καλύτερα γιατί δεν μας χτύπησαν άλλο μετά τη μεταφορά. Στη βάρκα όπου έβαλαν τους περισσότερους άντρες συνέχισαν να τους χτυπούν καθ 'όλη τη διάρκεια του ταξιδιού.

Όλοι μας έπρεπε να καθίσουμε στο κατάστρωμα. Φώναζαν: «Καθίστε κάτω. Κοιτάτε κάτω.» Έπρεπε να καθίσουμε στο πάτωμα και δεν επιτρεπόταν να σηκώσουμε το κεφάλι. Μας αντιμετώπιζαν σαν επικίνδυνους τρομοκράτες. Δεν μίλησαν πραγματικά μαζί μας. Μόνο στην αρχή ένας από αυτούς είπε ότι θα μας πήγαιναν τώρα στο στρατόπεδο. Ήταν αδύνατο να συνειδητοποιήσουμε πού μας πήγαιναν, αλλά πήγαιναν με μεγάλη ταχύτητα. Το ταξίδι διήρκεσε 10 ώρες. Λόγω της βροχής και του ανέμου, όλοι βραχήκαμε – και οι γυναίκες και τα παιδιά που ήταν μαζί μας στο πάνω μέρος του πλοίου. Οι Έλληνες αξιωματικοί δεν μας έδωσαν φαγητό ή νερό και δεν μας επέτρεπαν να κατουρήσουμε. Μερικοί είπαν ότι ήθελαν να πάνε στην τουαλέτα, αλλά μας φώναξαν μόνο.

Όταν ήταν και πάλι πρωί, μας ανάγκασαν να μπούμε σε σωσίβιες λέμβους. Μας έσπρωξαν προς τα κάτω και μερικοί άνθρωποι έπεσαν από το πλοίο στα λαστιχένια νησιά. Όταν ήμασταν όλοι μέσα στις σωσίβιες λέμβους έφυγαν, αλλά έμειναν σε απόσταση και μας παρακολούθησαν. Στην αρχή φοβόμασταν πολύ γιατί σκεφτήκαμε ότι θα μας πυροβολήσουν, καθώς μας παρακολουθούσαν κρατώντας όπλα. Ήταν φρικτό. Μερικοί από τη δεύτερη ομάδα μας είπαν αργότερα ότι τοποθετήθηκαν σε μεγαλύτερα πλεούμενα νησιά - παρόμοια με αποστρατευμένα σκάφη. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, υπέστησαν περισσότερη βία. Πολλοί από αυτούς τραυματίστηκαν. Αφέθηκαν σε διαφορετική τοποθεσία μέσα σε αυτές τις μεγαλύτερες σωσίβιες λέμβους χωρίς στέγη. Τους συναντήσαμε μόνο στην Τουρκία.

Όταν μας βρήκε η Τουρκική Ακτοφυλακή, υποφέραμε γι’ άλλες 2 ημέρες. Έπρεπε να κοιμηθούμε έξω σε μια αυλή, μας έδωσαν μόνο μερικές κουβέρτες του ΟΗΕ. Μετά από δύο ημέρες έπρεπε να πληρώσουμε για το ταξίδι με το λεωφορείο, που τελικά μας πήγε σε μια οργάνωση υποστήριξης. Μπορούσαμε να επιλέξουμε τότε αν θέλουμε να πάμε στη Σμύρνη ή στην Κωνσταντινούπολη. Συνολικά, περάσαμε 4 μέρες στο δάσος, μετά 3 ημέρες στη θάλασσα, μετά 2 μέρες έξω στην αυλή του αστυνομικού τμήματος και μετά 1 νύχτα έξω στη στάση του λεωφορείου. Δηλαδή, συνολικά 10 ημέρες υπό πραγματικά φρικτές συνθήκες.

3. Επαναπροώθηση 60 ανθρώπων σε ιστιοφόρο με προορισμό την Ιταλία: Η υπόθεση της Μήλου

Στις 9 Νοεμβρίου 2020, το Alarm Phone ειδοποιήθηκε για μια κατάσταση κινδύνου κοντά στο ελληνικό νησί της Μήλου. Ένα μεγάλο ιστιοφόρο 22 μέτρων περίπου, μετέφερε γύρω στα 60 άτομα που είχαν δραπετεύσει από την Τουρκία με προορισμό την Ιταλία. Η τελευταία γνωστή θέση, από τις 09:00 CET, βρισκόταν στα παράλια του μικρού ελληνικού νησιού της Αντιμήλου (θέση: 36.825730, 24.231551). Όταν καλέσαμε την Ελληνική Ακτοφυλακή στις 10:15 CET, μας ενημέρωσαν ότι γνώριζαν ήδη για το σκάφος και ότι προσπαθούσαν να βοηθήσουν. Στις 11:26 CET, λάβαμε και δημοσιεύσαμε ένα βίντεο που έδειχνε ένα μικρό σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής να έλκει το ιστιοφόρο κατά μήκος των ακτών του νησιού.
Ένας ειδικός της [ερευνητικής ομάδας] Forensic Architecture που είδε το βίντεο επιβεβαίωσε ότι το νησί που φαινόταν στο βάθος ήταν η Αντίμηλος, κάνοντας την αντιστοιχία με χάρτες που είναι διαθέσιμοι στο διαδίκτυο. Ρωτήσαμε την Ελληνική Ακτοφυλακή πού μετέφεραν τους ταξιδιώτες, αλλά αρνήθηκαν να δώσουν οποιαδήποτε πληροφορία και απλά επαναλάμβαναν «όλα εντάξει». Μετά από αυτό δεν μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε ξανά με τους ανθρώπους αυτού του σκάφους. Στις 13 Νοεμβρίου ωστόσο, η τουρκική ακτοφυλακή δημοσίευσε νέα σχετικά με τη διάσωση 70 ατόμων από ένα ιστιοφόρο στα ανοικτά των ακτών της επαρχίας της Σμύρνης (περιοχή Seferihisar). Σύμφωνα με τις πληροφορίες στον ιστότοπο, η διάσωση πραγματοποιήθηκε στις 12 Νοεμβρίου, στις 21:30 τοπική ώρα. Μια πρόσθετη εικόνα που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο δείχνει λεπτομέρειες που ταιριάζουν με αυτές του βίντεο που είχε λάβει το Alarm Phone: λευκός ιστός, μπλε μουσαμάς, κίτρινα σωσίβια και τα ρούχα των ατόμων στο ιστιοφόρο. Ωστόσο, είναι αδιανόητο ότι η Ελληνική Ακτοφυλακή θα προέβαινε σε μία τόσο επικίνδυνη ρυμούλκηση του ιστιοφόρου μέχρι τα τουρκικά ύδατα. Μέχρι σήμερα, δεν μπορέσαμε να επαληθεύσουμε τι συνέβη στους ανθρώπους.

4. Επαναπροώθηση από οπλισμένους μασκοφόρους: Οι υποθέσεις της Σύμης και της Λέσβου

Στις 31 Αυγούστου 2020, ένα σκάφος όπου επιβαίνουν 41 ταξιδιώτες, συμπεριλαμβανομένων 2 εγκύων και τριών παιδιών, όλοι από την Αφρική, ειδοποιούν το Alarm Phone. Τους έχουν ήδη επιτεθεί δύο φορές στη συνοριακή γραμμή μεταξύ Τουρκίας και Σύμης και Τουρκίας και Ρόδου. Στη δεύτερη επίθεση χρησιμοποιήθηκε άγρια βία, σύμφωνα με έναν επιζώντα ακόμα και κατά μιας εγκύου:

Ήταν η νύχτα από Κυριακή προς Δευτέρα. Προσπαθήσαμε να φτάσουμε στο νησί της Σύμης. Στο σκάφος μας ήμασταν 41 άτομα, όλοι από την Αφρική. Δεν ξέρω να πω ακριβώς τον αριθμό των γυναικών και των ανδρών, αλλά δύο από τις γυναίκες ήταν έγκυες. Υπήρχαν επίσης 3 παιδιά μαζί μας. Οδηγούσαμε μεταξύ 1 και 2 ωρών και όταν φτάσαμε στη συνοριακή γραμμή υπήρχε ένα τεράστιο πλοίο της Ακτοφυλακής. Ήταν οπλισμένοι και μας είπαν να σταματήσουμε. Τότε σταμάτησε ο κινητήρας μας και δεν ξεκινούσε ξανά. Τους ζητήσαμε βοήθεια, αλλά φώναζαν μόνο «γυρίστε πίσω, γυρίστε πίσω!». Άρχισαν να δημιουργούν μεγάλα κύματα για να κάνουν το σκάφος μας να γυρίσει πίσω από μόνο του. Ο κινητήρας είχε σταματήσει ούτως ή άλλως και έτσι μας άφησαν εκεί και μας παρακολουθούσαν από απόσταση. Τότε καταφέραμε να ξεκινήσουμε πάλι τον κινητήρα και πήγαμε προς τα πίσω, προς την Τουρκία.

Στη συνέχεια κάναμε μια δεύτερη προσπάθεια να φτάσουμε στην Ελλάδα, πήγαμε προς τη Ρόδο. Όχι πολύ μακριά από τη Ρόδο, μας σταμάτησαν ξανά. Αυτή τη φορά ήταν ένα μεγαλύτερο σκάφος. Είχε σταματήσει σε απόσταση, οπότε δεν μπορούσα να το δω καθαρά. Ήταν ακόμα σκοτεινά. Έστειλαν ένα μικρότερο σκάφος προς το μέρος μας. Σε αυτό το σκάφος επέβαιναν άντρες με μάσκες και όπλα. Έμοιαζαν με νίντζα, όλοι στα μαύρα. Μας επιτέθηκαν. Μας φώναζαν συνεχώς. Είχαν ένα ραβδί και σε αυτό το ραβδί ένα μαχαίρι. Σαμποτάρισαν τον κινητήρα. Είχαν στραμμένο ένα φως πάνω μας συνεχώς, γι 'αυτό στα βίντεο που έβγαλα είναι δύσκολο να δει κανείς κάτι. Ένας άλλος φίλος έβγαλε επίσης βίντεο, αλλά είδαν ότι το έβγαζε και τον χαστούκισαν, του πήραν το τηλέφωνο, το έσπασαν και το πέταξαν στη θάλασσα. Δεν θέλουν να έχουμε αποδείξεις για τη βίαιη συμπεριφόρα τους και να την δείξουμε στον κόσμο. Αλλά ένας άλλος φίλος σημείωσε τον αριθμό που είχαν στο σκάφος τους: ΛΣ 070

Οι μασκοφόροι μας επιτέθηκαν και με βία. Μας φώναζαν όλη την ώρα στα Αγγλικά: «Γ*** τα μωρά σας», «Γ*** τις μάνες σας», «Σκάστε», «Γ*******». Μία από τις έγκυες σηκώθηκε, ήθελε να τους δείξει ότι είναι έγκυος. Ήλπιζε να δείξουν έλεος. Φώναζε πιο δυνατά από όλους τους άντρες για να την δουν και επειδή ήταν πανικοβλημένη. Αλλά απλώς την έσπρωξαν με δύναμη και αυτή έπεσε κάτω. Φοβόμαστε όλοι ότι θα χάσει το μωρό. Ευτυχώς όταν πήγε στο νοσοκομείο στην Τουρκία αργότερα, μάθαμε ότι το μωρό στην κοιλιά της ήταν ακόμα ζωντανό.

Κατά την επίθεση αυτή, το σκάφος μας τρυπήθηκε. Έκαναν ξανά κύματα και όλοι έκλαιγαν και ήταν πανικοβλημένοι. Μας άφησαν στην ανοιχτή θάλασσα για αρκετές ώρες. Τελικά, κατάφερα να καλέσω το 112 και φτάσαμε στην τουρκική πλευρά. Αυτό ήταν στις 6:40 τοπική ώρα. Μετά από αυτό δεν πέρασε πολύς χρόνος. Μας έσωσαν πίσω στην Τουρκία.

Η ζωή στην Τουρκία δεν είναι εύκολη. Δεν μπορούμε να επιβιώσουμε εδώ, ενώ επίσης αντιμετωπίζουμε διακρίσεις. Οι Έλληνες μας αντιμετώπισαν χειρότερα από τα ζώα. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να βρούμε τρόπους για να δείξουμε στον κόσμο τι μας συμβαίνει. Ίσως αυτό να μην βοηθήσει εμάς τους ίδιους, αλλά ίσως να μπορεί να συνεισφέρει στο να σταματήσει κάποια μέρα αυτή η απάνθρωπη κατάσταση στη θάλασσα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας.

Πέρυσι, σε μια έκθεση του Alarm Phone καταγράψαμε μια άλλη μαρτυρία από επιζώντες που υπέστησαν παρόμοια βία. Αυτή ήταν η περίπτωση της 10ης Μαΐου 2020 όταν μία υπερπλήρης λέμβος που μετέφερε 24 άτομα από το Αφγανιστάν, το Ιράν, το Κονγκό, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και το Μάλι, μεταξύ των οποίων μια γυναίκα και δέκα ανηλίκους, αναχώρησαν από την περιοχή Ayvacık της επαρχίας Çanakkale της Τουρκίας στις 04:00 CET. Στις 08:16 CET, το Alarm Phone ειδοποιήθηκε από ανθρώπους στο σκάφος, το οποίο βρισκόταν ακυβέρνητο στη μέση της θάλασσας μεταξύ Λέσβου και Τουρκίας. Οι επιβάτες δήλωσαν ότι είχαν δεχτεί επίθεση από ένα πλοίο της Ελληνικής Ακτοφυλακής εντός των τουρκικών υδάτων και ότι τους είχαν πάρει τα καύσιμά τους. Η μαρτυρία των επιζώντων αυτής της επίθεσης βρίσκεται εδώ: https://alarmphone.org/en/2020/05/14/push-backs-the-new-old-routine-in-the-aegean-sea/

Σύμφωνα με τους ανθρώπους στο σκάφος, η Ελληνική Ακτοφυλακή είχε εισέλθει στα τουρκικά ύδατα όχι για να τους σώσει, αλλά με σκοπό να εμποδίσει το σκάφος τους να φτάσει στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης έγραψαν αργότερα, μεταξύ άλλων, και για αυτήν την υπόθεση, επισημαίνοντας το γεγονός ότι η Τουρκική Ακτοφυλακή είχε σώσει αυτούς τους ανθρώπους και άλλα σκάφη που είχαν βρεθεί σε κατάσταση κινδύνου εξ αιτίας της Ελληνικής Ακτοφυλακής. Οι επιβαίνοντες ανέφεραν αργότερα στο Alarm Phone ότι η Ελληνική Ακτοφυλακή τους είχε βάλει σε κίνδυνο. Επιπλέον, ήθελαν να τονίσουν ότι ενώ τα κυρίαρχα τουρκικά ΜΜΕ γιορτάζονταν κάθε διάσωση και παρουσίαζαν τις τουρκικές αρχές ως τους "καλούς", οι τουρκικές αρχές, στην προκειμένη περίπτωση, τους είχαν ληστέψει και τους είχαν γυρίσει πίσω στο σημείο από το οποίο είχαν προσπαθήσει να ξεφύγουν.

5. Επαναπροώθηση μετά από απαγωγή και φυλάκιση: Η υπόθεση της Καλύμνου

Στις 9 Δεκεμβρίου 2020, το Alarm Phone ειδοποιείται σχετικά με δύο σκάφη που έφυγαν από την περιοχή της Σμύρνης, Τουρκία, στις 6 Δεκεμβρίου 2020. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που λάβαμε από συγγενείς, το γκρουπ περισυλλέχτηκε από την Ελληνική Ακτοφυλακή, αλλά χωρίστηκε. Ενώ 12 γυναίκες και 4 παιδιά επαναπροωθήθηκαν αμέσως στην Τουρκία, μια ομάδα 11 ανδρών φέρεται να έμεινε υπό κράτηση στην Ελλάδα. Στις 12:35 CET, στείλαμε ένα e-mail στην Ελληνική Ακτοφυλακή, στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, στον Frontex και στο ΝΑΤΟ για να ζητήσουμε βοήθεια. Λίγο αργότερα, καλέσαμε την Ελληνική Ακτοφυλακή και ενημερώσαμε τον αξιωματικό υπηρεσίας για τους αγνοούμενους. Δήλωσαν ότι δεν γνώριζαν τίποτα για την υπόθεση και υπόσχονταν να ενημερώσουν το Alarm Phone μόλις θα είχαν νέα σχετικά με το αίτημά μας. Επιπλέον, καλέσαμε την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη και μέσω τηλεφώνου τους ενημερώσαμε για άλλη μια φορά για την κατάσταση. Επιβεβαίωσαν ότι θα καλούσαν τις αρχές και ότι θα τους έστελναν email. Δυστυχώς, δεν ήμασταν σε θέση να έρθουμε σε άμεση επικοινωνία με τους ανθρώπους στα σκάφη - τα τηλέφωνά τους ήταν απενεργοποιημένα.

Αργότερα την ίδια μέρα, το Alarm Phone έλαβε πολλά βίντεο από την ομάδα που είχε επαναπροωθηθεί στην Τουρκία. Έδειχναν μια ομάδα γυναικών και ανδρών στην ξηρά, σε ένα ελληνικό νησί, πιθανότατα στην Κάλυμνο. Ένα άλλο βίντεο έδειχνε τις γυναίκες σε φουσκωτές σωσίβιες λέμβους με ένα άγνωστο πλοίο να φαίνεται στο πίσω μέρος του πλάνου. Καλέσαμε ξανά την Ελληνική Ακτοφυλακή στον Πειραιά για να ζητήσουμε επιπλέον πληροφορίες. Απλά μας έκλεισαν το τηλέφωνο. Την επόμενη μέρα, στις 10 Δεκεμβρίου, στις 08:40 CET, η Τουρκική Ακτοφυλακή μας ενημέρωσε μέσω τηλεφώνου ότι οι 11 άνδρες επαναπροωθήθηκαν στις 9 Δεκεμβρίου. Η Ελληνική Ακτοφυλακή τους χτύπησε άσχημα - μερικοί από τους ανθρώπους που βρέθηκαν από την Τουρκική Ακτοφυλακή είχαν σπασμένα κόκαλα. Σύμφωνα με πληροφορίες που λάβαμε, οι άνθρωποι μεταφέρθηκαν στο Didim στην Τουρκία.

Μία από τις γυναίκες που επέβαινε στο σκάφος μας είπε:

Φτάσαμε στο νησί της Καλύμνου κατά τις 10 π.μ. Η αστυνομία μας βρήκε στο δάσος. Μας χτύπησαν και πήραν ότι είχαμε – ρούχα, τηλέφωνα, χρήματα. Γύρω στις 7 μ.μ. μας επαναπροώθησαν στη θάλασσα και μας έβαλαν μέσα σε φουσκωτές σωσίβιες λέμβους. Εκεί μας χώρισαν από τους συζύγους μας, οι οποίοι ήταν 11. Όταν αυτοί (οι σύζυγοί μας) το συνειδητοποίησαν, άρχισαν να φωνάζουν, λέγοντας «μην μας χωρίζετε από τις γυναίκες μας. Γιατί θέλετε να σκοτώσετε τις οικογένειές μας;». Τότε η αστυνομία άρχισε να τους χτυπάει και τους πήρε κι έφυγε. Είμασταν μόνες μας στη μέση της θάλασσας. Ευτυχώς, μία τουρκική ψαρόβαρκα μας είδε και κάλεσε την Τουρκική Ακτοφυλακή. Μας πήγαν σε μία φυλακή στην Τουρκία, όπου μείναμε δύο μέρες πριν μας αφήσουν να φύγουμε.

Η εικόνα του τι συνέβη έγινε ακόμα πιο σαφής μέσω μιας ετυμηγορίας που λάβαμε από την ομάδα των αντρών που είχε χωριστεί από τις γυναίκες. Δήλωσαν ότι μπόρεσαν να αναγνωρίσουν δύο πλοία της Ελληνικής Ακτοφυλακής, ΛΣ105 και ΛΣ1055, κοντά στα παράλια του νησιού που είχαν φτάσει. Ο καπετάνιος ενός των πλοίων άρχισε να πυροβολεί όταν αρνήθηκαν να συνεργαστούν με την επαναπροώθηση. Όταν χωρίστηκαν από τις γυναίκες και τα παιδιά, μεταφέρθηκαν σε ένα άλλο ελληνικό νησί, κατά πάσα πιθανότητα το Φαρμακονήσι.

Αφού κρατήθηκαν για αρκετές νύχτες σε μία στάνη από, όπως τους αναγνώρισαν οι άνθρωποι, Έλληνες αξιωματικούς του στρατού, αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν σε δύο σκάφη, ένα από τα οποία το αναγνώρισαν ως ΛΣ613. Δύο ακόμα πλοία ήταν παρόντα. Αναφέρθηκε ότι οι ανωτέρω αναφερόμενοι αξιωματικοί είχαν όπλα και φορούσαν μαύρες στολές που έφεραν ένα έμβλημα με δύο σπαθιά που διασταυρωνόντουσαν και ένα κράνος μονομάχου. Στους άντρες τους υποσχέθηκε ότι θα μεταφερόντουσαν σε ένα νοσοκομείο στη Λέρο. Όμως, όταν αρνήθηκαν να επιβιβαστούν γιατί φοβόντουσαν ότι θα επαναπροωθηθούν, ανέφεραν ότι οι αξιωματικοί τους επιτέθηκαν και τους χτύπησαν βάναυσα. Ρίχτηκαν ξανά πυροβολισμοί στο νερό. Στη συνέχεια, σοβαρά τραυματισμένοι, οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε μία ομάδα 5 αντρών και σε μία 6 αντρών, οδηγήθηκαν στη θάλασσα και αναγκάστηκαν να μπουν σε σωσίβιες λέμβους. Εκεί είναι που τους βρήκε η Τουρκική Ακτοφυλακή και τους μετέφερε πίσω στην Τουρκία όπου έλαβαν ιατρική φροντίδα.

Η τακτική αυτή είναι ιδιαίτερα βίαια, καθώς οι ταξιδιώτες καταγγέλλουν αναγκαστικές έρευνες, ξυλοδαρμούς, κλοπή των υπάρχοντών τους και επικίνδυνες καταστάσεις ενώ οι άνθρωποι σπρώχνονται σε σωσίβιες λέμβους στη θάλασσα. Άλλη μία τέτοια περίπτωση ήταν στις 22 Δεκεμβρίου, όταν το Alarm Phone ειδοποιήθηκε για μία ομάδα ανθρώπων που είχε επαναπροωθηθεί στα τουρκικά ύδατα, κοντά στο νησί της Σάμου. Όταν αργότερα καταφέραμε να επικοινωνήσουμε με τους ανθρώπους, ανέφεραν τα ακόλουθα:

Όταν φτάσαμε στο νησί, ξεκινήσαμε να περπατάμε. Όταν μπήκαμε στο δάσος, ήρθαν οι στρατιώτες. Μας έβαλαν σε ένα μικρό φορτηγάκι και μας πήγαν στο λιμάνι. Φτάσαμε στο νησί γύρω στις 10:00 π.μ. και μείναμε έως τις 8:00 μ.μ. Ήμασταν συνολικά 20 άτομα περίπου. Στο λιμάνι υπήρχαν στρατιώτες ντυμένοι στα γκρι με άσπρο αριθμό στην πλάτη και το πρόσωπό τους ήταν σκεπασμένο. Μας έψαξαν και μας πήραν όλα τα υπάρχοντά μας, διαβατήρια, ταυτότητες, χρήματα και τηλέφωνα. Ήταν βίαιοι με τα παιδιά κι ακουμπούσαν τις γυναίκες. Τη νύχτα μας μετέφεραν σε ένα πλοίο, χτυπούσαν τις γυναίκες και τα παιδιά. Το πλοίο που επιβιβαστήκαμε έφερε τη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία μπλε σημαία με αστέρια. Το πλοίο αυτό έμοιαζε με πολεμικό. Πήρε 1-1,5 ώρα μέχρι να μας βάλουν σε μια βάρκα. Αρχίσαμε να φωνάζουμε ότι μας έβαζαν εκεί νύχτα κι ότι ήταν σκοτεινά, αλλά δεν μας έδιναν προσοχή. Όταν μας έριξαν στη βάρκα, έβαλαν ένα βρέφος 7 μηνών σε μία πλαστική σακούλα και το πέταξαν στους ανθρώπους που ήταν ήδη στη βάρκα. Είχαμε ακόμα ένα τηλέφωνο και καλέσαμε την Τουρκική Ακτοφυλακή και ήρθαν να μας σώσουν. Όταν φτάσαμε στα τουρκικά χερσαία σύνορα μείναμε πέντε μέρες στη φυλακή. Τώρα δεν έχουμε πλέον χαρτιά.

6. Μη παροχή βοήθειας: Η υπόθεση της Λέσβου

Το πρωί της 13ης Ιουνίου 2020, το Alarm Phone ειδοποιείται για ένα πλοίο που βρίσκεται σε κατάσταση κινδύνου στο βόρειο τμήμα της Λέσβου και μεταφέρει 32 άτομα. Οι άνθρωποι στο πλοίο μας λένε ότι έχουν γίνει δύο επιθέσεις στο σκάφος τους και ότι ένα πλοίο που υποτίθεται ότι ανήκει στην Ελληνική Ακτοφυλακή ήταν κοντά. Λαμβάνουμε τη θέση GPS και ενημερώνουμε την Ελληνική Ακτοφυλακή στις 06:34 CET. Σημειώνουν τις πληροφορίες και ζητούν από το πλοίο που βρίσκεται σε κίνδυνο να επικοινωνήσει απευθείας με την Ακτοφυλακή. Εν τω μεταξύ, οι άνθρωποι στο σκάφος αναφέρουν περισσότερες επιθέσεις και μας λένε ότι οι κλήσεις τους προς την Ελληνική Ακτοφυλακή παραμένουν αναπάντητες. Κατά τη διάρκεια των τριών επιθέσεων που αναφέρουν συνολικά, κλάπηκαν ο κινητήρας και η βενζίνη, ένα άτομο κακοποιήθηκε σωματικά κατά την πρώτη επίθεση, περισσότεροι άνδρες και γυναίκες κατά τη δεύτερη, ενώ κατά τη διάρκεια της τρίτης ακόμα και παιδιά. Ανέφεραν επίσης ότι αυτοί που τους επιτέθηκαν τους απείλησαν ότι θα σκοτώσουν όλους τους επιβάτες. Οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο αναφέρουν τότε ότι ένα σκάφος της Τουρκικής Ακτοφυλακής βρίσκεται κοντά, τραβάει βίντεο αλλά δεν παρεμβαίνει.

Στις 07:26 CET, το Alarm Phone επικοινώνησε ξανά με την Ελληνική Ακτοφυλακή για να της προωθήσει την ενημερωμένη θέση GPS. Ο αξιωματικός που ανταποκρίνεται αρνείται να παράσχει οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με αυτήν την υπόθεση κι ούτε οι αρχές στη Μυτιλήνη, στη Λέσβο, επιβεβαιώνουν ότι συντονίζεται κάποια επιχείρηση διάσωσης.

Στις 08:13 CET οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο αναφέρουν ότι όταν κάλεσαν την Ελληνική Αστυνομία στο 112 δέχτηκαν απειλές θανάτου από τον αξιωματικό που ανταποκρίθηκε.

Στις 08:54 CET λάβαμε την ενημερωμένη θέση και την προωθήσαμε στις αρχές μέσω email, και στην Ελληνική Ακτοφυλακή τηλεφωνικά. Όταν αναφέραμε ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου μπορούσαν να δουν ένα πλοίο με αριθμό Άλφα-Σίγμα 080 (ΛΣ080), ο τηλεφωνητής έκλεισε απότομα το τηλέφωνο. Οι προσπάθειες επικοινωνίας με τις αρχές στη Μυτιλήνη, στη Λέσβο αποτυγχάνουν. Μία ώρα αργότερα οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο αναφέρουν ότι το πλοίο της Ακτοφυλακής βρίσκεται ακόμα στην περιοχή δημιουργώντας κύματα και θέτοντας σε κίνδυνο τους επιβαίνοντες, κι ότι μία έγκυος γυναίκα πονάει πολύ και ετοιμάζεται να γεννήσει.

Στις 09:56 CET προωθούμε τηλεφωνικά την ενημερωμένη θέση GPS στην Ελληνική Ακτοφυλακή. Ο αξιωματικός που ανταποκρίνεται δηλώνει ότι η θέση βρίσκεται σε τουρκικά ύδατα κι αρνείται ότι οποιαδήποτε ευθύνη διάσωσης εναπόκειται στην Ελλάδα.

Μεταξύ 10:00 και 14:00 CET παραμένουμε σε επικοινωνία με τους ανθρώπους στο σκάφος και καλούμε την Ελληνική Ακτοφυλακή αρκετές φορές με ενημερωμένες θέσεις. Μέσα στην επόμενη ώρα, η κατάσταση στο σκάφος επιδεινώνεται και η έγκυος γυναίκα λιποθυμάει αρκετές φορές. Από αυτά που αναφέρουν οι επιβάτες, δεν είναι σίγουρο αν είναι ακόμα ζωντανή. Το φαγητό και το νερό τελειώνουν. Ενημερώνουμε τις αρχές σχετικά με την κατάσταση. Η Τουρκική Ακτοφυλακή επιβεβαιώνει ότι έλαβαν το email μας κι επαναλαμβάνουν ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν διότι, σύμφωνα με αυτούς, το σκάφος βρίσκεται σε ελληνικά ύδατα. Όταν καλούμε την Ελληνική Ακτοφυλακή παίρνουμε την ίδια απάντηση. Αφού λάβαμε την ενημερωμένη θέση, καλέσαμε ξανά τις ελληνικές αρχές, οι οποίες αρνήθηκαν να την καταγράψουν. Όταν ενημερώσαμε ότι μία γυναίκα είναι σε τοκετό και πιθανόν να κινδυνεύει η ζωή της, ο αξιωματικός έκλεισε απότομα το τηλέφωνο. Προωθήσαμε πληροφορίες που μας έδωσε μια μαία στους ανθρώπους που βρίσκονταν σε κίνδυνο.

Στις 19:15 CET οι άνθρωποι στο σκάφος μας πληροφόρησαν ότι πιστεύουν ότι η Ελληνική Ακτοφυλακή πιθανόν να πλησιάζει για να τους σώσει. Όταν καλούμε την Ελληνική Ακτοφυλακή για να το επιβεβαιώσουμε, ο αξιωματικός που απαντάει κλείνει αμέσως το τηλέφωνο, ενώ στη συνέχεια οι μετέπειτα κλήσεις δεν απαντώνται. Μία ώρα μετά, και μετά από 15 ώρες σε κατάσταση κινδύνου, το σκάφος δεν έχει διασωθεί και οι άνθρωποι ζητάνε επειγόντως έναν γιατρό για την έγκυο. Στις 22:18 CET, ο δημοσιογράφος της Der Spiegel Γιώργος Χρηστίδης γράφει στο Twitter: «Η ΕΑ τους έσωσε!». Στις 22:38 CET, η Ελληνική Ακτοφυλακή επιβεβαιώνει τηλεφωνικά ότι διέσωσε 35 ανθρώπους συμπεριλαμβανομένης μίας εγκύου στην Πέτρα της Λέσβου.

Στις 14 Ιουνίου, ΜΚΟ στη Λέσβο επιβεβαιώνουν ότι η έγκυος γυναίκα είναι στο νοσοκομείο και είναι καλά, ενώ οι υπόλοιποι άνθρωποι είναι σε καραντίνα.

Ένα άλλο παράδειγμα μακροπρόθεσμης μη παροχής βοήθειας που τεκμηριώσαμε κατά το παρελθόν έτος ήταν μία περίπτωση της 1ης Μαρτίου 2020: άνθρωποι εγκαταλείφθηκαν για 12 ώρες κοντά στο νησί της Λέσβου με πλοία της Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Frontex στην εγγύς περιοχή, αλλά που δεν προέβαιναν στη διάσωσή τους.

7. Επαναπροώθηση μετά από 4 μέρες φυλάκισης σε ένα πλοίο: Η υπόθεση της Χίου

Το βράδυ της 9ης προς την 10η Σεπτεμβρίου 2020, λάβαμε μία κλήση από έναν συγγενή ενός ατόμου που επέβαινε σε ένα σκάφος που βρισκόταν σε κατάσταση κινδύνου στο Αιγαίο Πέλαγος, κοντά στο νησί της Χίου, σύμφωνα με πληροφορίες. Δεν καταφέραμε να δημιουργήσουμε άμεσα επαφή με το γκρουπ στο σκάφος κατά τη διάρκεια της νύχτας και δεν μπορούσαμε να επαληθεύσουμε την κατάσταση κινδύνου.

Στις 08:00 CET, όταν επιτέλους καταφέραμε να μιλήσουμε με έναν από τους ταξιδιώτες, αυτός εξήγησε ότι το γκρουπ είχε επαναπροωθηθεί από την Ελληνική Ακτοφυλακή και τώρα κρατούνταν στη Σμύρνη. Έχασαν τα πάντα κατά την επαναπροώθηση, συμπεριλαμβανομένων των τηλεφώνων τους.

Μέρες μετά μας δίνει την ακόλουθη μαρτυρία:

Το πιο τρελό είναι ότι όταν επικοινωνήσαμε στις 9 Σεπτεμβρίου είχαμε ήδη περάσει 4 μέρες στη θάλασσα. Πριν από 4 μέρες οι Έλληνες μας είχαν επιτεθεί.

Ήμασταν 8 αγόρια κι ένα κορίτσι, οι περισσότεροι από εμάς από το Κονγκό και τη Σομαλία, όλοι Αφρικανοί.

Μας τα πήραν όλα, χρήματα, τηλέφωνα, τα πάντα.

Μας οδήγησαν στο μεγάλο τους πλοίο και 4 μέρες κοιμηθήκαμε σε αυτό το μεγάλο ελληνικό πλοίο. Μας πήγαν μέσα στο σκάφος και μας κράτησαν μέσα όλο το διάστημα. Δεν μας έδωσαν καθόλου φαγητό, μόνο νερό που και που και μας κλείδωσαν μέσα. Μείναμε όλοι μαζί σε ένα δωμάτιο μέσα στο πλοίο.

Την τέταρτη μέρα μας έβαλαν σε μία σωσίβια λέμβο και μας άφησαν στη θάλασσα. Δεν ξέρω γιατί μας κράτησαν τόσο καιρό πριν να το κάνουν αυτό.

Έχω κολλήσει στην Τουρκία εδώ και 2 χρόνια. Δεν ήταν η πρώτη μου προσπάθεια να φύγω από την Τουρκία, αλλά όλες τις προηγούμενες φορές ήταν η Τουρκική Αστυνομία στην ξηρά και η Τουρκική Ακτοφυλακή στη θάλασσα που μας σταμάτησαν. Ήταν η πρώτη φορά που κατάφερα να φτάσω σε ελληνικά ύδατα. Και αυτή την φορά ήταν οι Έλληνες που μας πήραν και μας έδιωξαν ξανά. Θα τρελαθούμε, η ζωή ενός μαύρου ανθρώπου εδώ είναι πολύ δύσκολη. Πρέπει να δουλεύουμε για πολλές ώρες και για χρήματα που δεν φτάνουν για να επιβιώσουμε. Έχουμε κολλήσει γιατί φτάσαμε αργά, τώρα που κάθε δρόμος είναι κλειστός για μας.

Εάν η μαρτυρία μου μπορέσει να βοηθήσει μια μέρα ίσως να υπάρξει δικαιοσύνη, τότε θα είμαι πολύ χαρούμενος.

Δεν γνωρίζουμε για άλλες περιπτώσεις κράτησης σε πλοία της Ακτοφυλακής. Η μαρτυρία ήταν ένα εντυπωσιακό παράδειγμα για το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει η Ελληνική Ακτοφυλακή για να επαναπροωθήσει τους ανθρώπους στην Τουρκία.

8. Επαναπροωθήσεις από τα σύνορα στον ποταμό Έβρος/Meriç: Η υπόθεση της 29ης Σεπτεμβρίου 2020

Στις 29 Σεπτεμβρίου 2020 λαμβάνουμε ένα επείγον τηλεφώνημα από έναν συγγενή που μας ενημερώνει για μία ομάδα 159 ανθρώπων συμπεριλαμβανομένων 60 παιδιών που έχουν εγκλωβιστεί σε ένα νησάκι (N41.7015142, E 26.3753424) στη μέση του ποταμού Έβρου/Meriç και χρήζουν άμεσης βοήθειας. Αναφέρει ότι οι άνθρωποι αυτοί επαναπροωθήθηκαν στο νησάκι αυτό από κάποιους που ερμήνευσαν νωρίτερα ότι ήταν Ελληνικός Στρατός, κι ότι η ομάδα αυτή είχε ήδη προσπαθήσει να τηλεφωνήσει σε αυτούς στους οποίους αναφέρονται ως Τουρκική Αστυνομία, αλλά ότι δεν ερχόντουσαν να τους σώσουν. Μετά από αρκετές προσπάθειες καταφέραμε επιτέλους να επικοινωνήσουμε με τους ταξιδιώτες στο νησάκι, οι οποίοι επανεπιβεβαίωσαν ότι επαναπροωθήθηκαν από τον Ελληνικό Στρατό κι ότι δεν μπορούσαν να μετακινηθούν από το νησάκι διότι είχαν μαζί τους πολλά παιδιά και βρέφη. Κατέστησαν σαφές ότι ήταν εξουθενωμένοι κι ότι τα παιδιά και τα βρέφη χρειάζονταν φαγητό.

Στις 10:25 CET ενημερώσαμε με email τις αρχές, συμπεριλαμβανομένων της Ελληνικής Αστυνομίας, Frontex και Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, σχετικά με την κατάσταση των ανθρώπων στο νησί και ζητήσαμε την άμεση διάσωσή τους. Καλέσαμε επίσης την Ύπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, αλλά ο υπάλληλος που ανταποκρίθηκε μας ρώτησε τι θα μπορούσε αυτός να κάνει. Κατά τη διάρκεια της ημέρας της 29ης Σεπτεμβρίου επικοινωνήσαμε με διάφορους κρατικούς φορείς στην περιοχή των συνόρων, ζητώντας τους να διασώσουν τους ανθρώπους. Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής κλήσης με τον συνοριακό σταθμό ελέγχου στα Ύψαλα στην Τουρκία, μας συνδέουν με διάφορους αξιωματικούς: η κλήση τελειώνει με έναν αξιωματικό να μας εύχεται καλή τύχη, χωρίς να προσφέρει βοήθεια.

Στις 12:03 CET καλέσαμε το Αρχηγείο της Τουρκικής Ακτοφυλακής και ο τηλεφωνητής επιβεβαίωσε ότι θα μεταβιβάζε τις πληροφορίες στις τοπικές αστυνομικές αρχές. Επίσης αρκετές φορές προσπαθήσαμε να καλέσουμε την Ύπατη Αρμοστεία για τους Πρόσφυγες στην Τουρκία, χωρίς ανταπόκριση.

Στις 21:33 CET καταφέραμε να επικοινωνήσουμε με έναν αξιωματικό της στρατιωτικής βάσης στο Εντίρνε στην Τουρκία, ο οποίος επιβεβαίωσε τη διάσωση μιας ομάδας ανθρώπων οι οποίοι φέρεται να τους είχαν φέρει στην Υπηρεσία Μετανάστευσης.

Αργότερα, ένας από τους ταξιδιώτες δήλωσε τα ακόλουθα για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν μετά την άφιξη της ομάδας στην ελληνική πλευρά του ποταμού Έβρου:

Ξεκινήσαμε να περπατάμε, αλλά μετά από 15 λεπτά συναντήσαμε τον Ελληνικό Στρατό. Μας μίλησαν ελληνικά και αγγλικά. Αναμεταξύ τους υπήρχαν τρεις κουκουλοφόροι που ήταν υπεύθυνοι να μας ψάξουν. Οι κουκουλοφόροι ήταν Σύριοι, [το κατάλαβα] από τα αραβικά που μιλούσαν με μας. Μας χτύπησαν. Μας μετέφεραν σε στενά κλειστά αυτοκίνητα και μας πήγαν στο ποτάμι. Οι κουκουλοφόροι μας είπαν να ετοιμάσουμε τις σωσίβιες λέμβους ώστε να επιστρέψουμε στην τουρκική πλευρά. Ένας από αυτούς μετέβη με εμάς στο νησί, στο ποτάμι, αλλά έμεινε στη βάρκα. Κάποιος από το γκρουπ μας προσπάθησε με τη βία να βγάλει τον νεαρό άντρα από τη βάρκα στη στεριά, αλλά οι κουκουλοφόροι συνάδελφοί του άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα και στο νερό. Υπεστήκαμε πολλή σωματική βία στα χέρια αυτών των κουκουλοφόρων. Μετέφεραν ολόκληρο το γκρουπ σε ένα μικρό νησάκι στη μέση του ποταμού και μας άφησαν εκεί.

Λίγο μετά τους πυροβολισμούς, εμφανίστηκε ο Τουρκικός Στρατός στην τουρκική πλευρά του ποταμού. Μας είπαν ότι θα πεθάνουμε στο νησί από την πείνα και αρνήθηκαν να μας μεταφέρουν στην τουρκική πλευρά. Είχαμε κολλήσει στο νησί από τις 7 π.μ. έως τις 7 μ.μ. […]Το βράδυ, ο Τουρκικός Στρατός έστειλε γάλα στο νησί, αλλά μόνο για τα παιδιά. Τελικά είπαν ότι θα μας αφήσουν να περάσουμε κι έστειλαν ένα φουσκωτό σκάφος στο νησί μας. Επιβίβασαν τις γυναίκες και τα παιδιά και είπαν σε μας [τους άντρες] να κολυμπήσουμε στην τουρκική πλευρά. Όταν φτάσαμε εκεί μας πήγαν στο αστυνομικό τμήμα με το λεωφορείο και πρόσφεραν φαγητό και ποτά στις γυναίκες και τα παιδιά. Δεν μας επέτρεψαν να αλλάξουμε τα βρεγμένα μας ρούχα κι άρχισαν να παίρνουν τα στοιχεία μας. Μετά μας πήγαν σε ένα στρατόπεδο των ΗΕ, αλλά ήταν υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού. Δεν μας επέτρεψαν να κοιμηθούμε. Το πρωί πήραν τα δακτυλικά μας αποτυπώματα. Μείναμε δύο μέρες στο στρατόπεδο πριν να λάβουμε τα «έγγραφα απέλασης» από την Κωνσταντινούπολη στην Ανατολική Τουρκία.

Δεν είναι μακράν η μόνη υπόθεση χερσαίων συνόρων όπου το Alarm Phone έχει παρακολουθήσει και τεκμηριώσει βίαιες αντιδράσεις από τους Έλληνες συνοριοφύλακες. Στις 12 Νοεμβρίου, η τηλεφωνική μας γραμμή κλήθηκε από μια ομάδα 50 ατόμων που μοιράστηκαν μια τοποθεσία που ταιριάζει με τον Ελληνικό Σταθμό Συνοριακού ελέγχου Τυχερό. Όταν καλέσαμε τον σταθμό, ο αξιωματικός υπηρεσίας δήλωσε ότι δεν γνώριζε κάτι για μια ομάδα 50 ατόμων. Αργότερα την ίδια μέρα, ενημερωθήκαμε από συγγενείς ότι αυτή η ομάδα επαναπροωθήθηκε στην Τουρκία. Μπορείτε να βρείτε μια λεπτομερή αναφορά εδώ: https://alarmphone.org/en/2020/11/19/ongoing-violent-pushbacks-both-at-sea-and-on-land

«Ζητήσαμε βοήθεια, αλλά φωνάξαν μόνο: Πηγαίντε πίσω, πηγαίντε πίσω!»

Εκτός από το κλείσιμο των νόμιμων οδών για τους ανθρώπους που προσπαθούν να βρουν ασφάλεια και να ζητήσουν άσυλο στην Ευρώπη, οι ελληνικές, οι τουρκικές και άλλες ευρωπαϊκές αρχές αποτυγχάνουν στην υποχρέωσή τους να σώζουν ανθρώπους που βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου. Προς επιδείνωση της κατάστασης, θέτουν σε κίνδυνο τους ανθρώπους δημιουργώντας απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις για να τους εμποδίσουν να φτάσουν στην Ευρώπη. Πρόσφατα αποκαλύφθηκε η συμμετοχή του Frontex σε αυτές τις πρακτικές - χάρη στους ακτιβιστές υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους κριτικούς δημοσιογράφους. Είναι σαφές ότι η Ευρώπη διεξάγει έναν επαίσχυντο πόλεμο εναντίον των μεταναστών, όχι μόνο στα εξωτερικά της σύνορα με την Τουρκία αλλά και σε όλη τη Μεσόγειο Θάλασσα. Τέτοιες πολιτικές αποτροπής είναι, πρωτίστως, άμεση συνέπεια του διαρθρωτικού ρατσισμού εντός της ΕΕ και των θεσμικών οργάνων (των κρατών μελών) της. Το Alarm Phone συναντά τακτικά λειτουργούς που εργάζονται σε υπηρεσίες πρώτης απόκρισης, οι οποίοι εκφράζουν ανοιχτά προκατάληψη έναντι των ανθρώπων εν κινήσει και αρνούνται να κάνουν το καθήκον τους για να τους σώσουν. Έτσι, η πολιτική των επαναπροωθήσεων εκδηλώνεται σε διάφορα επίπεδα.

Το Alarm Phone στέκεται δίπλα στους ανθρώπους εν κινήσει και είναι αποφασισμένο να συνεχίσει την τεκμηρίωση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στην περιοχή του Αιγαίου και στην υπόλοιπη Μεσόγειο Θάλασσα. Καλούμε όλους όσους είναι αλληλέγγυοι να ευαισθητοποιηθούν και να διαμαρτυρηθούν για αυτά τα εγκλήματα. Κάθε πρόσφυγας που επαναπροωθείται, κάθε άνθρωπος που μένει σε μια ανασφαλή βάρκα, κάθε παιδί σε κίνδυνο που δεν διασώζεται είναι λόγος για κάποιον να σηκώσει ανάστημα και να υψώσει τη φωνή του. Δεν θα σταματήσουμε έως ότου η ελευθερία κινήσεων γίνει δικαίωμα για όλους!

Δημοσιεύσεις για την περιοχή του Αιγαίου το 2021

Δελτία τύπου

Εκθέσεις